REVIEW |
ΠΡΟΕΝΙΣΧΥΤΗΣ/ΤΕΛΙΚΟΣ
ΕΝΙΣΧΥΤΗΣ |
Lamm L2
Reference/M2.2 |
|
|
ENTYΠΩΣΕΙΣ-ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ... |
|
Το σύστημα του
Lamm αντικατέστησε τα ενισχυτικά αναφοράς, δηλαδή τον Melos Plus
Series Line και τον Parasound HCA3500 και οδήγησε τα ATC SCM 50PSL
με πηγή (κυρίως) το Teac Esoteric P70/D70. Η σύνδεση μεταξύ προ και
τελικού έγινε με καλώδια Nirvana S-X Limited ενώ της ίδιας σειράς
καλώδια χρησιμοποιήθηκαν και για την σύνδεση των ηχείων. Ο
κατασκευαστής προτείνει κάποιο χρόνο προθέρμανσης των συσκευών (45
λεπτά για τον προενισχυτή και 35 για τους τελικούς) τους οποίους και
τήρησα. Όπως ήδη ανέφερα και στην αρχή, η αίσθηση που
προσφέρει ο προενισχυτής κατά τον χειρισμό του είναι άψογη,
αν και θα πρέπει να συνηθίσει κανείς την ανάγκη για ξεχωριστές
επιλογές και ρυθμίσεις για κάθε κανάλι και να δίνει σημασία στις
θέσεις των ρυθμιστικών στάθμης καθώς ένα “κλικ” λιγότερο σε ένα από
τα δύο καταστρέφει την ακρίβεια της εικόνας. Όσον αφορά στους
τελικούς ενισχυτές το μόνο μου παράπονο έχει να
κάνει με τα βύσματα σύνδεσης των ηχείων: Ενώ είναι εξαιρετικής
ποιότητας (επιχρυσωμένος ορείχαλκος) είναι, εντούτοις, “ρηχά” και αν
τα καλώδιά σου χρησιμοποιούν ακροδέκτες τύπου “μπανάνα” μένουν κατά
ένα σημαντικό μέρος ακάλυπτα. Αυτό είναι ένα σημείο που ίσως θέλει
αναθεώρηση. |
|
Πολύ θετικοί στην αίσθησή τους διακόπτες. Υπάρχουν
ξεχωριστές ομάδες, μια για κάθε κανάλι, μαζί με τα αντίστοιχα
ρυθμιστικά. |
|
Το τροφοδοτικό ελέγχει και τους τελικούς ενισχυτές και
προσφέρει την απαραίτητη καθυστέρηση μέχρι να σταθεροποιηθούν
οι τάσεις. | |
Στην πράξη
τώρα, το σύστημα του Lamm δημιούργησε αμέσως νέα δεδομένα
στο χώρο ακρόασης: Δεν αναφέρομαι καν σε συγκρίσεις με τις
συσκευές αναφοράς, καθώς φάνηκε αμέσως η υπεροχή των L2/M2.2, κάτι
αναμενόμενο σε τελική ανάλυση με βάση την διαφορά στο κόστος. Αυτό
που είναι άξιο προσοχής είναι το εύρος των διαφορών
που πήρα με τους ενισχυτές το οποίο ήταν πραγματικά ένα... χάος.
Καταρχήν, όσον αφορά στην οδήγηση των ηχείων: Ύστερα από έναν και
κάτι χρόνο χρήσης τα ATC βρήκαν επιτέλους τον δάσκαλό
τους: Ο M 2.2 τα οδήγησε σε επίπεδα που δεν είχα
ξανακούσει, όχι απλώς με άνεση αλλά και με μια
λεπτότητα που πραγματικά με εξέπληξε: Φανταστείτε
μια εικόνα με βάθος, πλάτος και λεπτομέρειες όπως θα περίμενες
κανείς από ένα μόνιτορ όπως το SCM50 αλλά σε στάθμες που σου
επιτρέπουν να μπεις μέσα στο πρόγραμμα και να
ακούσεις την παραμικρή λεπτομέρεια της ηχογράφησης χωρίς να σου
περνά ποτέ από το μυαλό να μειώσεις την στάθμη. Η ουδετερότητα και η
διαφάνεια σε όλο της το μεγαλείο και παράλληλα η δυνατότητα να
ακούσεις τον χαρακτήρα των πηγών σου και των δίσκων σου είναι αυτά
που παίρνεις με τους συγκεκριμένους ενισχυτές στο σύστημά σου. Οι
Lamm φαίνεται να μην προσθέτουν και να μην αφαιρούν
τίποτε από το πρόγραμμα και αυτό είναι κάτι που το
καταλαβαίνεις αμέσως, χωρίς προσπάθεια. Το sound stage
χαρακτηρίζεται από παραδειγματική ευκρίνεια και
σταθερότητα υλοποιώντας στην πράξη αυτό που περιμένει κανείς
βλέποντας το εσωτερικό του προενισχυτή: Ένα κορυφαίο εξάρτημα
ρύθμισης της στάθμης “ακούγεται” πεντακάθαρα προσφέροντας ομοιότητα
καναλιών και σταθερότητα χαρακτηριστικών στην εικόνα και αυτό
συμβαίνει με τον L2 και τα Ko-On. |
|
|
Τέτοια θέλουμε: Παρά τα 30τόσα κιλά του, ο M 2.2 είναι
μετακινήσιμος και από ένα άτομο χάρις στις χειρολαβές
του. | |
Με απόκριση
συχνότητας που εκτείνεται από τα 5Hz μέχρι τα 120kHz και τα 155kHz
(-3dB) για τον προενισχυτή και τον τελικό αντιστοίχως, το να συζητά
κανείς για ομοιογένεια στο φάσμα είναι μάλλον πλεονασμός. Το σύστημα
αποδείχθηκε εξαιρετικά ουδέτερο με επιβλητική
απόδοση των χαμηλών και πολύ χαμηλών συχνοτήτων κάτι που κάνει
απολαυστική την ακρόαση έργων ηλεκτρονικής μουσικής, κορυφαία
απόδοση του σώματος των μεγάλων εγχόρδων και υπέροχη την ατάκα των
διάφορων κρουστών (φυσικών και ηλεκτρονικών) ενώ η μεσαία του
περιοχή υπήρξε η καλύτερη που έχω ακούσει μέχρι
σήμερα με τρομερές δυνατότητες περιγραφής της χορωδίας και
μεμονωμένες φωνές που συναρπάζουν και γεμίζουν τον χώρο με
λεπτομέρειες μεταφέροντας το πάθος του καλλιτέχνη απευθείας στον
ακροατή. Στην ανώτερη περιοχή συχνοτήτων αυτό που πήρα ήταν
άνευ προηγουμένου λεπτομέρεια και έκταση. Ακροάσεις
μεταλλικών κρουστών (τρίγωνο, καμπανάκια, βιμπράφωνο) αναδεικνύουν
τις κορυφαίες δυνατότητες των ενισχυτών στο να διατηρήσουν την
πληροφορία της χρονικής εξέλιξης κάθε φθόγγου, να τον αφήσουν να
σβήσει όσο γρήγορα πρέπει και να προβάλλουν σωστά το είδωλό του στην
υποθετική σκηνή. |
|
Αυτό πάλι, θέλει λίγη προσοχή: Οι πολύ καλοί ακροδέκτες
για την σύνδεση των ηχείων αποδείχθηκαν κάπως ρηχοί για χρήση
με ακροδέκτες τύπου “μπανάνα”. Ίσως σε κάποιο MkII να δούμε
κάτι διαφορετικό... | |
Όλα αυτά,
κάνουν τους L2/M2.2 ένα έξοχο αναλυτικό εργαλείο με
το οποίο μπορεί κανείς να πραγματοποιήσει παρατηρήσεις σε
μικροαλλαγές συμπεριφοράς οι οποίες, σε άλλες περιπτώσεις, απαιτούν
πολύ μεγαλύτερη προσοχή ή απλώς δεν ακούγονται καθόλου. Οι διαφορές
των ψηφιακών φίλτρων του D70 ήταν, για παράδειγμα, πολύ περισσότερο
σαφείς από ό,τι έχω συνηθίσει και η ακρόαση αρχείων υψηλής ανάλυσης
(μέσω laptop, dCS U-clock και D70) μια νέα εμπειρία καθώς άκουσα τις
λεπτομέρειες πολύ πιο ξεκάθαρα. Φυσικά, το γεγονός ότι δεν έχουμε
να κάνουμε με ένα σύστημα που φέρει κάποια ηχητική υπογραφή έχει και
τα μειονεκτήματά του: Είναι βέβαιο ότι ο συνδυασμός L2/ M2.2
θα εκθέσει κάθε μέτρια πηγή και κάθε ηχείο με περιορισμούς
στο φάσμα ή στα δυναμικά, αν χρησιμοποιήσεις την κατάλληλη
ηχογράφηση αλλά -για να μην ξεχνιόμαστε- και κάθε μέτρια ή κακή
ηχογράφηση. Επομένως, θα πρέπει να προσέξει κανείς
με τι θα τον συνδυάσει και να μην ελπίζει ότι θα του προσφέρει
διάφορα μπαλώματα σε αδυναμίες ενός υπάρχοντος
συστήματος. |
Τελικώς... ... είχα προφανώς άδικο: Για μια φορά (πιθανότατα όχι
μοναδική) ο μύθος που συνοδεύει μια ή περισσότερες συσκευές
αποδείχθηκε αληθινός: Ο συνδυασμός L2 Reference/M2.2 είναι
πραγματικά μια κορυφαία στιγμή στον χώρο των ενισχυτικών
υψηλού επιπέδου και όχι τυχαία: Μιλάμε για εμπνευσμένο
σχεδιασμό, άψογη υλοποίηση και, το κυριότερο, πρακτικό αποτέλεσμα.
Είναι ό,τι καλύτερο έχω ακούσει (μέχρι στιγμής); Χωρίς αμφιβολία η
απάντηση είναι “ναι” και δεν διστάζω να πω ότι θα αποτελούσε
την επιλογή μου σε επίπεδο συσκευών αναφοράς χωρίς δεύτερη
σκέψη. Όσοι έχουν την δυνατότητα να αγοράσουν συσκευές σε
τέτοιο επίπεδο κόστους έχουν την ευκαιρία να αποκτήσουν κάτι
εξαιρετικό. Οι υπόλοιποι, δεν χάνουν τίποτε να το ακούσουν.
Είναι καλό για τα αυτιά τους! |
Δημήτρης
Σταματάκος |
|
|