|
REVIEW |
Η Χ Ε Ι Ο Δ Α Π Ε Δ Ο
Υ |
Totem Acoustic
Wind |
|
|
ENTYΠΩΣΕΙΣ-ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ... |
|
Με βάση τις δηλώσεις του κατασκευαστή, το
Wind είναι ένα ηχείο που στρώνει... δύσκολα αφού
απαιτεί, ούτε λίγο ούτε πολύ, πάνω από 200 ώρες λειτουργίας για να
φτάσει στην καλύτερη απόδοσή του. Σε ρυθμό δοκιμής, αυτό δεν
αποτελεί βεβαίως πρόβλημα, αλλά ο μελλοντικός αγοραστής καλό είναι
να το έχει υπ' όψιν του, πριν εκτεθεί σε διάφορες άδικες
κρίσεις. Από την άλλη πλευρά, ακόμη και με ελάχιστες ώρες
λειτουργίας το ηχείο είναι τόσο ενδιαφέρον ακουστικά, όσο είναι και
οπτικά: Αν και με μεγάλη καμπίνα δαπέδου, το ύψος της οποίας ξεπερνα
τα 110 εκατοστά, δεν επιβαρύνει τον χώρο με την παρουσία του,
εξαφανίζεται πανεύκολα ακουστικώς αλλά ταυτόχρονα επιτυγχάνει να
δημιουργήσει μία εξαιρετική αίσθηση όγκου στις χαμηλές
συχνότητες επιδεικνύοντας άψογο έλεγχο και αποδίδοντας με
χαρακτηριστική άνεση ακόμη και σε πολύ υψηλές
στάθμες. Η ακρόαση του ηχείου έγινε στον χώρο δοκιμών
του περιοδικού DVD Home Theater ο οποίος λόγω της ακουστικής του
συμπεριφοράς απαιτεί μεγάλες στάθμες ενώ ταυτόχρονα δεν ενισχύει
καθόλου τις χαμηλές συχνότητες λόγω της σωστής διαχείρισης των
αξονικών ρυθμών. Αποτέλεσμα αυτών των χαρακτηριστικών είναι να
αυξάνονται οι απαιτήσεις τόσο σε στάθμες όσο και στην συμπεριφορά
χαμηλά (η κλασική τεχνική "βάλτο στην γωνία" δεν είναι τόσο
αποτελεσματική εδώ) και είναι λίγα τα ηχεία που περνούν καλά σε ένα
τέτοιο περιβάλλον. Το Wind, άκοπα, μπαίνει σε αυτή την
κατηγορία. Παραμένοντας στην περιοχή αυτή, είναι ενδιαφέρον να
παρατηρήσει κανείς ότι η άνεση στην απόδοση παραμένει αμετάβλητη και
πολύ χαμηλά, σε όργανα όπως το κόντρα μπάσο, το εκκλησιαστικό ή
ακόμη και συνθετητές των οποίων οι συχνά παράλογες κυματομορφές
δημιουργούν περίεργες καταστάσεις. Εν προκειμένω, ακούσαμε το
"The Red Blood Connection" (Tangerine Dream/The Seven Letters to
Tibet) και το "Beyond Mirrors" (Yello/Pocket Universe) με σπάνια
έκταση και παλμό, και μιλάμε για ένα είδος προγράμματος του οποίου
το περιεχόμενο περισσότερο το αισθάνεσαι σωματικά και λιγότερο το
ακούς. Η όχι και τόσο συνηθισμένη επιλογή των δύο μιντ,
φαίνεται επίσης να λειτουργεί: Η μεσαία περιοχή χωρίς να
γίνεται προβολική αποδίδεται με εξαιρετική άρθρωση και οι φωνές
ξεχωρίζουν όσο πρέπει -ξεπετιούνται στον χώρο θα έλεγε
κανείς- δίνοντας στα φωνητικά έργα ένα ενδιαφέρον που σπανίως
αποκομίζεις από ηχείο. Απλά φωνητικά ("Ο Γλάρος", Eλένη
Καραίνδρου/Ανέκδοτες Ηχογραφήσεις) όσο και ακρότητες ("Αρια της
Ολυμπίας" με την Βασιλική Καραγιάννη) αποδίδονται εξ' ίσου ευχάριστα
και το ηχείο δεν δείχνει προτιμήσεις ούτε και
αποκλίνει προς το ευχάριστο ή το κολακευτικό. |
 |
 |
Η στήριξη του ηχείου στο εμπρός μέρος
γίνεται με την βοήθεια ενός ατσάλινου σφαιριδίου που
τοποθετείται σε μία μεταλλική φωλιά. |
Ο χρήστης έχει στην διάθεσή του
ακροδέκτες σύνδεσης καλής ποιότητας που επιτρέπουν την χρήση
μεγάλων διατομών και
διπλοκαλωδίωσης. | |
|
Από την άλλη, από το Wind λείπει
η -πολλές φορές κουραστική- αίσθηση του αυστηρού
μόνιτορ. Ακούσαμε επί πολύ ώρα πρόγραμμα σε μεγάλες
εντάσεις (κοντά στα 100dB σε απόσταση 2 μέτρων), χωρίς να μας
δημιουργηθεί η διάθεση να μειώσουμε την στάθμη, κάτι που είναι
επίτευγμα με δεδομένο ότι η ηχογράφηση ήταν μία παλαιά (πρό του
1980) ΑΑD μεταφορά του "Timewind" (Κlaus Schulze), ενώ το κλαρινέτο
του John Surman στο (εκ των κλασικών τράκς αναφοράς -πλέον) Portrait
of a Romantic (Private City/ECM) σχηματίστηκε αέρινο, λεπτομερές και
στην σωστή κλίμακα. Η ικανότητα δημιουργίας μίας πολύ
καλής εικόνας είναι το επόμενο εξαιρετικό χαρακτηριστικό
του ηχείου: Το Wind εστιάζει τις ηχητικές πηγές στην σωστή
απόσταση, χωρίς να επιλέγει για λογαριασμό του ακροατή (πολύ κοντά
και με μεγάλο πλάτος ή μακρυά και με "στενή" αίσθηση) και
διατηρώντας παράλληλα τις μικρο-πληροφορίες της
φάσης; Ακούσαμε το Amused to Death του Waters, κωδικοποιημένο με
Qsound (μία αναλογική κωδικοποίηση surround για δύο κανάλια, σε
βινύλιο) καλύτερα από ποτέ και μπήκαμε στην αίσθηση του εικονικού
χώρου που έχει σχηματίσει ο καλλιτέχνης με χαρακτηριστική
άνεση. Αλλά και περισσότερο κλασικές ηχογραφήσεις ακούγονται
με την ίδια -θαυμαστά απλή- ακρίβεια. Το όρθιο μπάσο στο "The
Way We Were" (Girl Talk/TBM) έχει το σωστό μέγεθος και θέση και η
μεγάλη σε βάθος και με έντονη κίνηση ηχητική σκηνή στο Simela (Ηugh
Masekela) εμφανίστηκε ολοζώντανη μπροστά μας. Πέρα από την
επιλογή της στενής μπάφλας, που μετά βεβαιότητας παίζει τον ρόλο
της, η εικόνα σαφώς έχει σχέση και με την πολύ καλή απόδοση του
ηχείου στις υψηλές συχνότητες. Η έκτασή του Wind είναι πολύ καλή, η
ταχύτητα και η συμπεριφορά στα μεταβατικά εξαιρετική, το βιμπράφωνο
στο Limehouse Blues (Jazz at the Pawnshop/Proprius) περιγράφεται
άψογο, χωρίς βιασύνες αλλά και χωρίς υπερβολές στις απολίξεις των
φθόγγων), και κυρίως η συνολική αίσθηση είναι ξεκούραστη,
αποκλίνοντας ίσως προς μία laid-back αισθητική στην
οποία οφείλεται μάλλον και το γεγονός ότι μπορείς να ακούς σε
μεγάλες στάθμες επί πολλή ώρα. Επί του προκειμένου, δηλαδή στο
θέμα της υψηλής στάθμης, το Wind ίσως αδικείται από την φήμη της
εταιρίας, που την θέλει να σχεδιάζει γενικώς απαιτητικά ηχεία.
Ανήκοντας στα ακριβά ηχεία, το Wind δεν είναι κάτι που θα το
συνδέσετε στην έξοδο ενός αναιμικού σινο-γιαπωνέζικου υποπροιόντος
(προσοχή στο "γ") των 70 βάτ και θα τραγουδήσει αδιαμαρτύρητα.
Τον θέλει τον καλό ενισχυτή για να αποδώσει τα
δέοντα και μάλιστα σε υψηλές στάθμες, αλλά οι απαιτήσεις
του σταματούν εκεί: Ισχύς στην περιοχή των 100-200W, και αρκετό
ρεύμα. Μην αφήσετε να σας παρασύρουν σε τίποτε υπερβολές,
μεγεθύνοντας τεχνιέντως τις δυσκολίες οδήγησης του ηχείου. Εχοντας
έναν καλό ενισχυτή στην είσοδο, το Wind θα σας ανταμείψει: Τα μίντ
και το γούφερ είναι σε θέση να πραγματοποιήσουν μεγάλες διαδρομές
ώστε να καλύψουν τις αναπόφευκτες στιγμές υπερβολής που όλοι
βιώνουμε κατά τις ακροάσεις και οι παραμορφώσεις παραμένουν
σε πολύ χαμηλά επίπεδα. Η εταιρία, στα χαρτιά,
αναφέρει μέγιστη στάθμη 114dB στα δύο μέτρα, για έναν χώρο 55
κυβικών μέτρων περίπου και εμείς είδαμε άνετα τον μετρητή να ξεπερνά
τα 100dB χωρίς το ηχείο να έχει αλλάξει συμπεριφορά. |
 |
 |
Η καμπίνα γύρω από του τουίτερ είναι έτσι
διαμορφωμένη ώστε οι ακμές να βρίσκονται σε μικρές αποστάσεις,
μία στρατηγική που βελτιώνει την δυνατότητα απόδοσης της
στερεοφωνικής εικόνας. |
Παρά το σύνθετο γεωμετρικό σχήμα της
καμπίνας, το φινίρισμα είναι εξαιρετικό. Τα διάφορα
επίπεδα και οι κλίσεις "σπάνε" τον όγκο του Wind και κάνουν το
ηχείο του 1μ13 ευχάριστο ως παρουσία στο
χώρο. | |
Τελικώς... ...δεν υπάρχει
αμφιβολία ότι και η αισθητική παίζει τον ρόλο της: Το ιδιόμορφο (και
κατά την άποψή μου εξαιρετικό από αισθητικής και λειτουργικής
άποψης) σχήμα του, κάνει το Wind να φαίνεται ότι "σκύβει"
προστατευτικά πάνω από την υπόθεση της ποιοτικής αναπαραγωγής της
μουσικής και, στην πράξη αυτό ακριβώς συμβαίνει: Με
χαρακτηριστική άνεση χαμηλά, εξαιρετικές στην παρουσία τους
μεσαίες συχνότητες και άψογη στερεοφωνική εικόνα, το Wind
καθοδηγεί το υπόλοιπο σύστημα στο σωστό μονοπάτι με τρόπο που δεν
γίνεται άμεσα αντιληπτός ως "καθοδήγηση", επομένως θα πρέπει να
θεωρηθεί άκρως επιτυχημένος. Πώς το έλεγε εκείνος ο τύπος στο
Matrix; "Υπάρχει διαφορά ανάμεσα στο να γνωρίζεις το μονοπάτι
και στο να το ακολουθείς"... Αλλά γι' αυτό δεν είναι τελικώς τα
τοτέμ; Ακούστε το προσεκτικά στην πρώτη
ευκαιρία. |
Δημήτρης
Σταματάκος |
| |
|