REVIEW |
HDD/CD
PLAYER |
Naim Audio
HDX |
|
|
ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ-ΤΕΧΝΙΚΑ... |
|
To HDX είναι
κλασικό Naim. Κλασικό, υπό την έννοια ότι χρησιμοποιεί το γνωστό,
βαρύ μαύρο σασί που έχει υιοθετήσει η εταιρία τα τελευταία χρόνια
και ακολουθεί τις επίσης γνωστές λιτές γραμμές. Από την άλλη, αμέσως
αντιλαμβάνεσαι ότι έχεις να κάνεις με κάτι διαφορετικό: Ο χειρισμός
της συσκευής δεν γίνεται με πλήκτρα (εκτός του on/off και του eject)
αλλά μέσω μιας οθόνης αφής. Δεν ξεκινάω τυχαία με την
οθόνη: Το user interface είναι το πρώτο στοίχημα μιας
συσκευής του είδους του HDX και η Naim αποδεικνύει περίτρανα ότι
έχει αντιληφθεί τις απαιτήσεις του χώρου, έχοντας σχεδιάσει
το δεύτερο καλύτερο GUI που έχω συναντήσει σε
συσκευή του είδους (με πρώτο
το Sonos -που μάλλον θα μείνει στην θέση αυτή για καιρό...). Δεν
είναι τυχαίο ότι ακόμη και ο πλέον άσχετος με το θέμα μπορεί να
χρησιμοποιήσει τις βασικές λειτουργίες αμέσως και χωρίς πρόβλημα
χρησιμοποιώντας τα άψογα σχεδιασμένα μενού. |
 |
Η εμφάνιση του HDX είναι η κλασική των
πρόσφατων συσκευών της Naim. Η προφανής διαφορά είναι, φυσικά,
αυτή της οθόνης η οποία είναι εξαιρετική. |
 |
Το user interface είναι πολύ
καλοσχεδιασμένο και ευανάγνωστο Ο χειρισμός του είναι προφανής
ακόμη και αν δεν διαβάσει κανείς το εγχειρίδιο
χρήσης. | |
Το HDX είναι
ένα “CD player με σκληρό δίσκο” όπως πολύ
προσεκτικά αναφέρει η Naim και οι όροι, εδώ, παίζουν τον
ρόλο τους. Οι Βρετανοί αποφεύγουν να το διαφημίσουν ως music server
(αν και κάθε τόσο τους... ξεφεύγει η αλήθεια!) σε μια προσπάθεια να
διοχετεύσουν την προσοχή όλων στην ουσία: Έχουν σχεδιάσει μια
συσκευή η οποία επιχειρεί να καταργήσει την ανάγνωση των CD
σε πραγματικό χρόνο (αν και, φυσικά, μπορεί να φέρει εις
πέρας και αυτή την αποστολή), αποθηκεύοντας τα σε έναν
εσωτερικό σκληρό δίσκο και αναπαράγοντας τα περιεχόμενα ως αρχεία.
Είναι ήδη γνωστό ότι αυτή η τεχνική έχει αποτελέσματα καλύτερα από
την άμεση οπτική ανάγνωση, υπό την προϋπόθεση ότι το
extraction έχει γίνει σωστά και το interfacing του σκληρού
δίσκου με τον DAC αποφεύγει μερικές -γνωστές- παγίδες. Όσο
προσεγμένο και αν είναι ένα τρανσπόρτ, η ανάγνωση της επιφάνειας
ενός δίσκου έχει πάντα σφάλματα και σε πραγματικό χρόνο τα
σφάλματα αυτά δεν αποφεύγονται, διορθώνονται και η διόρθωση
αυτή ακούγεται. Αντιθέτως αν πραγματοποιείς extraction, δεν έχεις
την πίεση του πραγματικού χρόνου. Μπορείς να ξαναδιαβάσεις τον δίσκο
όσες φορές χρειαστεί και να επιτύχεις ακρίβεια bit στην μεταφορά των
δεδομένων. Από την άλλη, η ανάγνωση των αρχείων από έναν σκληρό
δίσκο δεν περιλαμβάνει το σενάριο των σφαλμάτων (φαντάζεστε κάθε
φορά που ανοίγατε ένα κείμενο στο pc σας να υπήρχαν διαφορετικά
σφάλματα ή αυθαίρετες διορθώσεις;) ενώ ταυτόχρονα φαίνεται να
υποφέρει και από μικρότερο jitter. |
 |
Υπάρχει μια θύρα USB στην πρόσοψη όπου
μπορεί να τοποθετηθεί ένα media player ή μια μνήμη
flash. |
 |
Η πίσω πλευρά
της συσκευής είναι ένας συνδυασμός pc και cd
player. | |
Η υλοποίηση
αυτής της προσέγγισης από την πλευρά της Naim, περιλαμβάνει έναν
οδηγό οπτικού δίσκου της DVS με κωδικό DRL-200, μια υπολογιστική
πλατφόρμα βασισμένη σε επεξεργαστή C7 στα 1.5GHz (κατά τα φαινόμενα
μια ειδική έκδοση Mini iTX χωρίς ανεμιστήρα) και σε δύο
δίσκους της Seagate με χωρητικότητα 400GB, από τους οποίους
ό ένας χρησιμοποιήται αποκλειστικά για backup. Το extraction γίνεται
με λογισμικό της Naim σε secure mode κάτι το οποίο
σημαίνει ότι μπορεί να γίνει ανίχνευση της ύπαρξης σφαλμάτων και να
πραγματοποιηθεί, αν είναι απαραίτητο, επανάληψη της ανάγνωσης (δεν
χρησιμοποιήται η μνήμη cache του drive). Ο οδηγός είναι συμβατός με
CDs και DVDs και μπορεί να διαβάσει DVD Audio και μάλιστα και τα
“εκτός προδιαγραφών” αμφίπλευρα δισκάκια. Το λογισμικό της Naim,
κατά την εταιρία, εξασφαλίζει πολύ καλής ποιότητας extraction ακόμη
και προβληματικών δίσκων όπως είναι οι “προστατευμένοι από
αντιγραφή”, ή δίσκων όπου δεν υπάρχει διακοπή μεταξύ των τράκς
(επειδή το λογισμικό αντιλαμβάνεται και διατηρεί lead-in και τα
lead-out). Η ταχύτητα που υποστηρίζει ο οδηγός είναι 16x, αλλά στην
πράξη η ταχύτητα είναι κοντά στο 8x (με δεδομένο το “διπλό” διάβασμα
που επιβάλλει το secure mode), με άλλα λόγια ένα CD θέλει
περίπου 8 λεπτά για να μεταφερθεί στον σκληρό
δίσκο. |
|
 |
O χρήστης μπορεί να συνδέσει εξωτερική
οθόνη, πληκτρολόγιο και ποντίκι για τον χειρισμό της συσκευής.
Στις θύρες USB μπορούν να τοποθετηθούν σκληροί
δίσκοι. |
 |
Το Ethernet
είναι απαραίτητο για να επικοινωνεί η συσκευή, μέσω του
rooter, με τις online βάσεις δεδομένων από όπου αντλεί
metadata για τα CDs. | |
Ο κεντρικός
έλεγχος της συσκευής (του οδηγού, των σκληρών δίσκων, του GUI και
του υποσυστήματος ήχου) γίνεται από τον κεντρικό επεξεργαστή ο
οποίος επικοινωνεί επίσης με μια custom κάρτα ήχου
PCI, σχεδιασμένη από την Naim η οποία αναλαμβάνει τον ρόλο
του ενδιάμεσου μεταξύ σκληρών δίσκων και του DAC. Σύμφωνα με τις
σχετικές δημοσιεύσεις η Naim έχει ελαχιστοποιήσει την συμμετοχή του
κεντρικού επεξεργαστή στην λειτουργία της κάρτας αυτής, γράφοντας
ένα driver που λειτουργεί σε επίπεδο Ring 0 (το
επίπεδο που προσφέρει τα μέγιστα δικαιώματα στον κώδικα του driver
με το αντίτιμο ότι αν κάτι δεν πάει καλά τα πάντα θα κολλήσουν χωρίς
κανένα περιθώριο διόρθωσης, πλην της επανεκκίνησης...) και
εξασφαλίζει DMA (άμεση πρόσβαση στην κεντρική μνήμη χωρίς την
μεσολάβηση του επεξεργαστή). Το ότι η Naim έχει εμπλακεί στην
σχεδίαση του συγκεκριμένου τμήματος, σημαίνει βεβαίως ότι
έχουν προσεχθεί κρίσιμα για το audio σημεία:
Υπάρχει καλή τροφοδοσία με τοπικές σταθεροποιήσεις δύο κυκλώματα
χρονισμού ακριβείας και είναι δυνατός ο χειρισμός σημάτων μέχρι
32bit (κάτι που επιτρέπει και ο driver). Υπάρχει επίσης η δυνατότητα
upsampling σημάτων με χαμηλά bitrates στα 16bit/44.1kHz ώστε να
υποστηρίζεται πάντα και η ψηφιακή έξοδος της συσκευής. |
 |
Καλής ποιότητας βύσματα RCA, το
απαραίτητο βύσμα DIN για να διατηρείται η παράδοση (!) και το
βύσμα σύνδεσης των εξωτερικών τροφοδοτικών της Naim
(αριστερά) |
 |
Το εσωτερικό
του HDX είναι εξαιρετικά σύνθετο. Παρόλα αυτά, η Naim έχει
διατηρήσει μια πολύ καλή ποιότητα κατασκευής και έχει
υιοθετήσει μια αρχιτεκτονική πλήρους απομόνωσης μεταξύ
υπολογιστή και DAC. | |
Το τελευταίο
στάδιο της συσκευής είναι το DAC της. Οι Βρετανοί, εδώ, έχουν
επιλέξει μια αρχιτεκτονική πλήρους απομόνωσης η
οποία προβλέπει εντελώς ξεχωριστό τροφοδοτικό (με δακτυλιοειδή
μετασχηματιστή και ξεχωριστές σταθεροποιήσεις για το αναλογικό, και
τα ψηφιακά τμήματα), διαχωρισμένες γειώσεις μεταξύ του υπολογιστικού
τμήματος και του τμήματος audio, μεταφορά των ψηφιακών σημάτων ήχου
μέσω μετασχηματιστών απομόνωσης και μεταφορά των σημάτων ελέγχου
μέσω οπτο-απομονωτών. Ως DAC χρησιμοποιήται ο PCM1791Α της
Burr-Brown ο οποίος μπορεί να χειριστεί σήματα 24bit/192kHz
ενώ τα αναλογικά φίλτρα στην έξοδο είναι σχεδιασμένα γύρω από
OPA604 (επίσης της Burr Brown). Τα υλικά που
χρησιμοποιούνται στο αναλογικό στάδιο είναι πολύ καλής ποιότητας και
η Naim, διακριτικά, έχει αποφύγει την χρήση εξαρτημάτων επιφανειακής
στήριξης στο σημείο αυτό. O χρονισμός των ψηφιακών τμημάτων γίνεται
μέσω τριών διαφορετικών ταλαντωτών ελεγχόμενων από
τάση (ανάλογα με το sample rate του σήματος εισόδου) και το
τοπικό reclocking που γίνεται συνεισφέρει, σύμφωνα με τον
κατασκευαστή, στην περαιτέρω μείωση του jitter, στα επίπεδα των
120pS. Για όσους, τέλος, θεωρήσουν ότι η τροφοδοσία που
βρίσκεται στο εσωτερικό της συσκευής δεν επαρκεί, υπάρχει
πάντα η δυνατότητα αναβάθμισης μέσω των γνωστών εξωτερικών
τροφοδοτικών της εταιρίας (XPS ή CD555PS). |
|
 |
O οδηγός του
οπτικού δίσκου είναι συμβατός με CD, CD-R/RW και με DVD Audio.
Κατά πάσα πιθανότητα είναι και CD/DVD Recorder του οποίου οι
δυνατότητες, απλώς, δεν χρησιμοποιούνται! |
 |
Το αναλογικό
στάδιο είναι σχεδιασμένο γύρω από τους OPA604. Προσέξτε τους
μεγάλους πυκνωτές του τροφοδοτικού καθώς και το ότι
χρησιμοποιούνται συμβατικά υλικά και όχι
SMD. | |
Η υλοποίηση του
HDX παραμένει σε υψηλά επίπεδα ποιότητας, παρά το
γεγονός ότι πρόκειται για μια πολύπλοκη συσκευή. Οι σκληροί δίσκοι
είναι καλυμμένοι με ελαστικό υλικό και εφάπτονται άμεσα στην
μεταλλική επιφάνεια του εσωτερικού σασί (το οποίο είναι
κατασκευασμένο από αλουμίνιο 5 χιλιοστών ώστε να παίζει τον ρόλο
ψύκτρας) και έχει γίνει προσεκτική θερμοδυναμική μελέτη ώστε οι
ανάγκες ψύξης με απαγωγή μέσω του ανεμιστήρα να είναι μικρές και
ο θόρυβος να παραμένει σε χαμηλά
επίπεδα. |
|
|