|
|
|
Made in Japan: CDs και LPs με
ονομασία προέλευσης... |
Αν ανήκετε σε αυτούς που είναι
μυημένοι στους δίσκους από την Ιαπωνία, γνωρίζω ότι θα σας ταράξω:
Είναι γεγονός, αλλά σε όσους δίσκους αυτού του είδους έχω, έχω
αφαιρέσει τις χάρτινες κορδέλες που βρίσκονται στο δεξί μέρος της
συσκευασίας (κάποιες από αυτές υπάρχουν κάπου αλλά δεν ξέρω που).
Δεν είμαι από τους τύπους που βάζουν τους δίσκους του σε πλαστικά
καλύμματα ούτε και διατηρώ ευλαβικά κάθε αυτοκόλλητο που έχουν. Αυτή
η συνήθεια των Ιαπώνων να τυλίγουν τον δίσκο με ένα χαρτί (που στην
αργκό των συλλεκτών ονομάζεται Obi, κρύβει ένα μέρος του εξωφύλλου
και συνήθως είναι ακατανόητο επειδή τα πάντα είναι γραμμένα με
ιδεογράμματα) είναι περίεργη στα μάτια μου και ποτέ δεν θεώρησα ότι
έχει κάποια αξία. Όταν ανέφερα, αφελώς, την κακή αυτή συνήθεια στον
Δημήτρη Μοσχοβάκο (aka HiEnd Maniac) περιορίστηκε σε μερικές ήπιες
νουθεσίες κρύβοντας επιμελώς την απογοήτευση του για την εξόφθαλμη
ανωριμότητά μου. Ο Δημήτρης είναι γνωστός στους κύκλους των
audiophiles (αλλά και των δημοσιογράφων όπως ο υποφαινόμενος) επειδή
ως στέλεχος μεγάλων ελληνικών εταιριών -εκπροσώπων πολυεθνικών στην
ελληνική αγορά- κινείται στον χώρο εδώ και δεκαετίες. Τα τελευταία
χρόνια ασχολείται εντατικά με την εισαγωγή κορυφαίων εκδόσεων CD και
LP κυρίως από την Ιαπωνική αγορά. Η λέξη εισαγωγή είναι μάλλον
ανεπαρκής για να περιγράψει αυτό που κάνει: Οι δίσκοι αγοράζονται
επί τόπου, στην Ιαπωνία, αφού τους επιλέξει και τους ελέγξει (κάτι
που έχει νόημα για τους μεταχειρισμένους) προσωπικά. Αυτή την
ιδιότυπη πολιτική μπορείς να την υποθέσεις όταν δεις τις λίστες του:
Δεν έχει “τα πάντα” ούτε τα έχει πάντα. Χρειάζεται διαρκής ενημέρωση
από την πλευρά των αγοραστών ώστε να πετύχουν αυτό που θέλουν, αλλά
όταν το πετύχουν έχουν, πολύ συχνά, ένα συλλεκτικό κομμάτι στα χέρια
τους. |
|
Γιατί, όμως, οι δίσκοι από την
Ιαπωνία είναι καλύτεροι; Κατά τον HiEnd Maniac αυτό οφείλεται σε δύο
λόγους. Πρώτον, στην ιδιοσυγκρασία των ίδιων των Ιαπώνων, οι οποίοι
δεν δέχονται να παράγουν κάτι που είναι κατώτερο του καλύτερου
δυνατού και, δεύτερον, στην τοπική αγορά η οποία έχει την άνεση να
υποστηρίξει προϊόντα με τιμές κάπως ακριβότερες από τον μέσο όρο, αν
υπάρχει λόγος για κάτι τέτοιο. Μη φανταστείτε τίποτε ακρότητες,
βεβαίως. Στην πραγματικότητα τα απλά πράγματα είναι αυτά που έχουν
και τη μεγαλύτερη σημασία. Για παράδειγμα, τα LP χρησιμοποιούν το
καλύτερο δυνατό μάστερ (συνήθως πρώτης γενιάς) και πρεσάρονται σε
υλικό με μεγάλη περιεκτικότητα σε βινύλιο και χαμηλές προσμίξεις (οι
οποίες συνήθως είναι υποπροϊόν της ανακύκλωσης). Αυτή η λογική
υπάρχει, όπως θα γνωρίζετε, και στα super cuts γνωστών Ευρωπαϊκών
και Αμερικανικών εταιριών, απλώς στην Ιαπωνία αυτός είναι ο
κανόνας και στους απλούς δίσκους. Προσθέστε σε αυτό την επιμονή τους
στα αυθεντικά εξώφυλλα και ετικέτες και το αποτέλεσμα είναι ένα
τελικό προϊόν που έχει σημαντικές πιθανότητες να είναι καλύτερο από
τα αντίστοιχα της δυτικής αγοράς. Τα CD τους, τώρα, είναι άλλη
υπόθεση. Η διαδικασία παραγωγής εδώ είναι περισσότερο τυποποιημένη
αλλά στην περίπτωση των ψηφιακών δίσκων αυτό που βασιλεύει είναι οι
προσεγμένες επεξεργασίες πριν την εκτύπωση καθώς και το remastering
αναλογικού υλικού. Έχω την εντύπωση ότι στην Ιαπωνική αγορά πρέπει
να υπάρχουν διαθέσιμες οι περισσότερες εναλλακτικές μορφές δίσκων
Red Book στον κόσμο. Μπορεί το τελικό αποτέλεσμα να είναι το
συμβατικό (16bit/44.1kHz) πριν το τελικό downsampling, πάντως,
μπορεί να έχουν συμβεί πολλά πράγματα (ανάμεσά τους και η περίφημη
κωδικοποίηση 20bit K2 για την οποία θα δούμε λεπτομέρειες αργότερα).
Και στην περίπτωση των CD, η μανία των Ιαπώνων με τα “σωστά”
εξώφυλλα είναι ο κανόνας. Ξεχάστε τα jewel cases ή ακόμη και τα
πολυφορεμένα πλέον Digipaks. Εδώ μιλάμε για κανονικούς -α λα
βινύλιο- σκληρούς φακέλλους και για εσωτερικό προστατευτικό. Τι
μπορεί να βρει κανείς στις λίστες του HiEnd Maniac; Όπως ήδη
ανέφερα, όχι τα πάντα, αλλά πάντως αρκετά πράγματα. Η συλλογή
ακολουθεί αρκετά το trend των Ιαπώνων οι οποίοι αγαπούν ιδιαίτερα
την τζαζ (παραδοσιακή και πιο σύγχρονη) και το κλασικό ποπ/ροκ των
δεκαετιών 70/80 αλλά θα βρείτε, φυσικά, κλασική μουσική και άλλα
ακούσματα. Δεν δυσκολεύτηκα να επιλέξω μερικά κομμάτια για δύο από
τα οποία μπορείτε να διαβάσετε εδώ. |
|
Nude Ants Keith Jarrett, Jan Garbarek, Palle Danielsson, Jon
Christensen |
LP, ECM/Trio Records ECM
1171/72 |
TRACK LIST: ΠΛΕΥΡΑ Α': 1.
Chant of the Soil, 2. Innocence, ΠΛΕΥΡΑ Β': 1. Processional, ΠΛΕΥΡΑ
Γ': 1. Oasis, ΠΛΕΥΡΑ Δ': 1. New Dance, 2. Sunshine Song |
INFO: Ζωντανή ηχογράφηση στο
Village Vanguard (Νέα Υόρκη, 1979), Mηχανικός ήχου: Tom McKenney,
Μίξη: Martin Wieland. Έκδοση για την Ιαπωνική αγορά της Trio
Records. |
Αν έχετε ακούσει το Koln
Concerts και έχετε αξιολογήσει θετικά την συνήθεια του Jarrett να
μουρμουρίζει παίζοντας πιάνο, θα βρείτε το Nude Arts ενδιαφέρον.
Πρόκειται για έναν διπλό δίσκο, ηχογραφημένο κατά τη διάρκεια μιας
συναυλίας την Νέα Υόρκη, το 1979, με μηχανικό ήχου Τom McKenney. H
παρουσία ενός πλήρους γκρουπ με μπάσο, ντραμς και το ιδιαίτερα
χαρακτηριστικό σαξόφωνο του Garbarek (άλτο και τενόρο) το οποίο
συνοδεύει το πιάνο του Jarrett, δίνει έναν ιδιαίτερο πλούτο στο
συνολικό άκουσμα. Η ηχογράφηση έχει μεταφερθεί με τον συνήθη
περφεξιονισμό της γερμανικής εταιρίας σε μια μείξη η οποία δεν έχει
καμία υπερβολή αλλά παραμένει πάντοτε σε μια ευχάριστη ισορροπία
ομοιογένειας και ανάλυσης. Η αλήθεια είναι ότι ποτέ δεν είχα
πρόβλημα με την ποιότητα των βινυλίων της ECM αλλά, για δίσκος που
χαράχτηκε το 1979, το Nude Arts στην Ιαπωνική έκδοση της Trio
Records αποδείχτηκε εξαιρετικά ήσυχο και χωρίς προβλήματα, ακόμη και
στα “εσωτερικά” τρακς τα οποία, λόγω της χρονικής διάρκειας του
έργου είναι οριακά, με εξαιρετικά μικρό lead out. |
Tι ακριβώς είναι το K2
20bit Super Coding; Πολλά από το CD της Ιαπωνικής
αγοράς, ιδιαίτερα κάποιες εκδόσεις παλαιών έργων (μία από τις οποίες
αναφέρονται πιο κάτω στο κείμενο) αναφέρουν μια επεξεργασία γνωστή
ως K2 20bit Super Coding γύρω από την οποία έχει δημιουργηθεί το,
απαραίτητο, μυστήριο. Στην πραγματικότητα, τα πράγματα είναι μάλλον
απλά. To K2, ή πιο σωστά το K2 Interface είναι το αποτέλεσμα της
ερευνητικής εργασίας μιας ομάδας επιστημόνων της Victor στην Ιαπωνία
η οποία ξεκίνησε αρκετά πριν το 1990 και εμφανίστηκε για πρώτη φορά,
επισήμως, το 1989 στο συνέδριο του AES στο Αμβούργο από τον
Toshiharu Kuwaoka. Στο αντίστοιχο paper (από το οποίο παραθέτω και
μερικά αυθεντικά σχήματα) περιγράφονται με αρκετή λεπτομέρεια οι
μηχανισμοί παραμόρφωσης του ψηφιακού σήματος οι οποίοι δεν
σχετίζονται με το ίδιο το σήμα (τον κώδικα PCM δηλαδή) αλλά με
θορύβους και jitter που είναι εξωτερικοί. |
|
|
Η κλασική ψηφιακή αλυσίδα
όπως την περιέγραφε στο paper του ο Toshiharu Kuwaoka to 1989.
Διάφορα προβλήματα, όπως το jitter και ο θόρυβος εισάγουν
προβλήματα που δεν σχετίζονται με τον ίδιο τον κώδικα του
σήματος. [1] |
|
Η λύση που προτεινόταν: Ο
διαχωρισμός της αλυσίδας σε δύο, πλήρως απομονωμένα, τμήματα
με την μεσολάβηση ενός μπλοκ που ονομαζόταν Digital Interface.
[1] |
|
Η ιδέα πίσω από το K2
είναι η χρήση δύο οπτικών γραμμών μεταφοράς. Ένα clock
ακριβείας στο δεύτερο μέρος της αλυσίδας συγχρονίζει και το
πρώτο μέρος και αναλαμβάνει να πραγματοποιήσει gating στο σήμα
εισόδου (μέσω του διακόπτη G). To φλιπ φλοπ παράγει ένα νέο,
καθαρό, ψηφιακό σήμα βασισμένο στις μεταβάσεις του αρχικού.
[1] | |
Η ομάδα πρότεινε, τότε, ένα
στάδιο απομόνωσης (στην ουσία ένα πολύπλοκο ψηφιακό buffer) το οποίο
θα χώριζε πλήρως την ψηφιακή αλυσίδα παραγωγής του δίσκου σε δύο
μέρη σε γαλβανικό επίπεδο, δεν θα υπήρχε δηλαδή ούτε κοινή γείωση
[1]. Το ψηφιακό σήμα θα περνούσε από το ένα μέρος του συστήματος στο
άλλο μέσω οπτοαπομονωτών και ο συγχρονισμός θα γινόταν από ένα πολύ
ακριβές ρολόι που βρισκόταν στο δεύτερο μέρος και μεταδιδόταν και
στο πρώτο μέσω μιας ξεχωριστής, επίσης οπτικής, γραμμής μεταφοράς.
Το ίδιο ρολόι ήταν υπεύθυνο και για τον ρυθμό ανάγνωσης του σήματος
στην πλευρά του δεύτερου σταδίου. Το paper του Kuwaoka περιγράφει
στην ουσία έναν μηχανισμό ανίχνευσης της πληροφορίας που περιέχεται
στο αρχικό σήμα και στην δημιουργία ενός νέου σήματος το οποίο ήταν
απαλλαγμένο από τα προβλήματα της μετάδοσης και της τροφοδοσίας των
προηγούμενων κρίκων της αλυσίδας. Η δημιουργία του σήματος (στο
paper) γινόταν από ένα απλό flip-flop, δεν έχω αμφιβολία ότι σήμερα
μπορεί να χρησιμοποιήται κάτι πολύ πιο εξελιγμένο. Όσον αφορά τα
20bit, αυτά, φυσικά, αφορούν στο mastering και όχι στην πληροφορία
που περιλαμβάνεται στο τελικό προϊόν. Έχω την εντύπωση, μάλιστα, ότι
το όλο σύστημα έχει νόημα, ακριβώς, όταν το αρχικό υλικό είναι
αναλογικό (προέρχεται δηλαδή από παλαιότερες
παραγωγές). |
|
Walkin' Miles Davis, Lucky Thompson, J.J. Johnson,
Horace Silver, Davey Schildkraut, Percy Heath, Kenny
Clarke |
K2 20bit CD, Prestige LP
7076 |
TRACK LIST: 1. Walkin', 2.
Blue 'n Boogie, 3. Solar, 4. You Don't Know What Love Is, 5.
Love Me or Leave Me |
INFO: Ηχογράφηση: 1954
(mono), μηχανικός ήχου Rudy Van Gelder |
Κατά την προσωπική μου άποψη ο
δίσκος αυτός ανήκει σε μια από τις πλέον ενδιαφέρουσες περιόδους του
συγκεκριμένου καλλιτέχνη και αν ο Miles Davis είναι από τους
αγαπημένους σας καλλιτέχνες το Walkin' θα πρέπει να υπάρχει στην
δισκοθήκη σας. Μιλώντας για χρονική περίοδο, αξίζει τον κόπο να
συνειδητοποιήσει κανείς το πότε ηχογραφήθηκε το Walkin'. Το 1954 οι
μονοφωνικές ηχογραφήσεις ήταν ο κανόνας για την μουσική βιομηχανία η
οποία είχε αρχίσει να πειραματίζεται με τον δικαναλικό ήχο μόλις ένα
ή δύο χρόνια πριν (ο κινηματογράφος ήταν τότε πολύ μπροστά: η
“Φαντασία” είχε βγει στις αίθουσες το 1940...). Λογικό είναι,
επομένως, το Walkin' να είναι κι αυτό μονοφωνικό. Κι όμως, ο Rudy
Van Gelder (ένας από τους μυθικούς μηχανικούς ήχου της εποχής και ο
άνθρωπος πίσω από πολλές ηχογραφήσεις της Blue Note) κατάφερε με
κάποιο τρόπο να φτιάξει ατμόσφαιρα και να δώσει αέρα σε ένα γκρουπ
μουσικών των οποίων τα ονόματα είχαν ένα ιδιαίτερα μεγάλο ειδικό
βάρος. Η εικόνα είναι συγκεντρωμένη στο κέντρο αλλά αρκετά ανάγλυφη
και καθόλου πληκτική, η μουσική ρέει, η δυναμική περιοχή είναι
πραγματικά πολύ καλή και ο θόρυβος ιδιαίτερα χαμηλός, αν αναλογιστεί
κανείς ότι μιλάμε για υλικό που θα είχε τη μορφή ταινιών, από το
1954. Σαφώς, το remastering σεβάστηκε και με το παραπάνω το υλικό
και ο συγκεκριμένος δίσκος είναι μια εξαιρετική
επανέκδοση. |
Δημήτρης Σταματάκος |
info: HiEnd Maniac, τηλ.:
211-119.3893, 697-563.5551 |
ΑΝΑΦΟΡΕΣ [1] "A
Consideration for Improving Sound Quality in Digital Audio",
Toshiharu Kuwaoka, Victor Co of Japan, Limited Yamato, Kanagawa,
Japan, Preprint 2723, 86th AES Convention, 1989 |
| |
|